ελιά & λάδι: Η παγκοσμιοποίηση του ελαιολάδου

Σάββατο 18 Μαΐου 2013

Η παγκοσμιοποίηση του ελαιολάδου







Η παγκοσμιοποίηση του ελαιολάδου



Ρεαλιστικά και αισιόδοξα μπορούν να χαρακτηριστούν τα στοιχεία που παρουσιάζει η νεώτερη έκθεση της Rabobank1  για την παγκόσμια αγορά ελαιολάδου.

Ταξινόμηση των αγορών και προοπτικές τους

Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει τις παραδοσιακές αγορές της Βορείου Μεσογείου, δηλαδή την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Χώρες που έχουν την υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση παγκοσμίως, όμως το μερίδιό τους στην παγκόσμια κατανάλωση συνεχώς μειώνεται καθώς νέες χώρες ανακαλύπτουν το ελαιόλαδο. Έτσι πριν 20 χρόνια αυτές οι 3 χώρες αντιπροσώπευαν τα 2/3 της παγκόσμιας κατανάλωσης ενώ σήμερα έχουν συρρικνωθεί στο 46% του όγκου και –πολύ εντυπωσιακό- μόνο στο 30% της αξίας της παγκόσμιας κατανάλωσης.

Για την επόμενη 5ετία οι προβλέψεις δίνουν μείωση της κατανάλωσης στην Ελλάδα με μέσο ετήσιο ρυθμό 0,4%, ενώ σε Ιταλία και Ισπανία αναμένεται πολύ χαμηλή αύξηση.
Οι χώρες της Βόρειας Αφρικής (Τυνησία, Μαρόκο) και της Μέσης Ανατολής (Τουρκία, Συρία) έχουν κατανάλωση 3 kg κατά κεφαλήν και αντιστοιχούν στο 19% της παγκόσμιας κατανάλωσης σε όγκο αλλά μόνο 14% σε αξία.

Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τις ανεπτυγμένες αγορές με χαρακτηριστικούς εκπροσώπους τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Σήμερα αντιπροσωπεύουν το 41% της παγκόσμιας κατανάλωσης με 0,9 kgr κατά κεφαλήν. Η μέση ετήσια αύξηση ακολουθεί ένα ρυθμό 4% που αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα 5 χρόνια. Η υγιεινή διατροφή και η μεσογειακή κουζίνα αποτελούν τους «δρόμους» ανάπτυξης αυτών των αγορών.

Τέλος, η Τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει τις αναδυόμενες (αναπτυσσόμενες) αγορές όπως είναι η Κίνα, η Βραζιλία κ.λπ. με μόνο 0,06 kgr κατά κεφαλήν και οι οποίες έχουν μερίδιο μόνο 7% στον όγκο αλλά 16% στην αξία της παγκόσμιας κατανάλωσης. Οι εκτιμήσεις της Rabobank είναι ότι οι αγορές των χωρών αυτών θα συνεχίσουν την επόμενη 5ετία να αυξάνονται με διψήφιο ποσοστό ετησίως. Επισημαίνονται ωστόσο οι μεγάλες διαφορές ως προς τα χαρακτηριστικά των χωρών αυτών.

Ταξινόμηση των προϊόντων

Ανάλογα με το προφίλ των εταιρειών και των προϊόντων τους μπορεί να γίνει μια ταξινόμηση σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει τις παγκόσμιες επωνυμίες των μεγάλων εταιρειών μαζικής παραγωγής όπως η Deoleo (Bertolli), Salov (Berio), Borges κ.α.
Η δεύτερη περιλαμβάνει τις λευκές ετικέτες χαμηλού κόστους με εφοδιαστές την Sovena, την Hojiblanca κ.α.

Τέλος, στην τρίτη κατηγορία ανήκουν οι μικρές εξειδικευμένες αγορές (niche markets) όπου διακρίνονται κυρίως οι ιταλοί παραγωγοί.

Η δύναμη των επώνυμων εταιρειών

Οι επωνυμίες (brands) αποτελούν σημείο κλειδί απαραίτητο για τη λιανική και τους καταναλωτές. Ορισμένες έχουν μια παγκόσμια παρουσία (Bertolli, Berio) και άλλες είναι ισχυρές μόνο σε ορισμένες χώρες (π.χ. Borges στη Ρωσία).

Οι ισχυρές επωνυμίες που υποστηρίζονται από έντονη διαφήμιση μπορούν να αντέξουν απέναντι στον ανταγωνισμό ακόμη και των ελαιολάδων λευκής ετικέτας). Αντίθετα, οι άλλες επωνυμίες που δεν διαθέτουν ούτε τη διαφήμιση, ούτε τις καινοτομίες δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν, ιδίως στις ανεπτυγμένες αγορές όπου το ελαιόλαδο φθάνει μέσω αλυσίδων όπου οι λευκές ετικέτες είναι πολύ ισχυρές.

Στις αναδυόμενες αγορές υπάρχουν μεγάλες διαφορές και ως προς τα δίκτυα διανομής. Στην Βραζιλία και στην Ρωσία τα επώνυμα ελαιόλαδα κατέχουν το 90% των λιανικών πωλήσεων. Αντίθετα η αγορά των Ινδιών είναι κατακερματισμένη.

Επίσης κατακερματισμένη είναι και η αγορά της Κίνας. Γι αυτό και η διανομή αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας. Στις μεγάλες πόλεις (Πεκίνο, Σαγκάη) υπάρχουν ορισμένες αλυσίδες σούπερ μάρκετ ωστόσο γενικά οι καταναλωτές δεν είναι προσδεδεμένοι σε συγκεκριμένα brands.

Αρκετές κινεζικές εταιρείες κρατικής ιδιοκτησίας αυξάνουν τις εισαγωγές χύμα ελαιολάδου από τις Μεσογειακές χώρες ώστε να δημιουργήσουν δικά τους μίγματα τα οποία προωθούν με δικές τους επωνυμίες στα τοπικά δίκτυα πωλήσεων.

Οι εξειδικευμένες αγορές

Οι niche markets καλύπτουν εξειδικευμένα προϊόντα όπως π.χ. με προδιαγραφές ποιότητας των έξτρα παρθένων, των ΠΟΠ/ΠΓΕ, των αρωματισμένων κ.α. Αυτά τα προϊόντα καταγράφουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στις παραδοσιακές και στις ανεπτυγμένες αγορές. Αντίθετα η παρουσία τους στις αναδυόμενες αγορές είναι περιορισμένη.
Γενικώς, η δυναμική αυτών των προϊόντων θα αναπτύσσεται παράλληλα με το βαθμό καλής ενημέρωσης των καταναλωτών.


----------------------
1 Η Rabobank είναι κάτι περισσότερο από μια ολλανδική συνεταιριστική τράπεζα. Έχει εξελιχθεί σε ένα διεθνές χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, προσανατολισμένο πάντοτε στα τρόφιμα και στη γεωργία, με καθαρά κέρδη 1,9 δις ευρώ.


olivenews.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου